Δυο λόγια μόνο θα σου πω πριν φύγεις και μ' αφήσεις, σκέψου πως είναι δύσκολο φωλιά να ξαναχτίσεις.
Ξέχασες πως στον πόνο σου μαζί και 'γώ πονούσα, και στη δική σου τη χαρά μαζί σου εγελούσα.
Κάμε λογαριασμό και βρες χαρές που σου 'χω δώσει κι αναλογίσου ύστερα πως τσι 'χεις ξεπληρώσει.
Για όλες τσ' αμαρτίες σου κάποτε θα πληρώσεις και μη θαρρείς πως του Θεού μπορείς να του γλιτώσεις.
Μη λησμονάς πως έγερνες μέσα στην αγκαλιά μου κι εγροίκας απ' τα στήθια μου τσι χτύπους τση καρδιάς μου.
Σαν το μεταξωτό πανί ήταν τα δυο σου χέρια, μα 'δα γινήκανε σπαθιά και δίκοπα μαχαίρια.
Γιάντα τα μάθια σου τα δυο κ' η τόση ομορφιά σου, δεν έχουνε συγγένεια ψεύτρα με την καρδιά σου.
Δυο περιστέρια όμορφα παίζανε στην αυλή μου, θυμήθηκα τα χάδια σου και ράισε η ψυχή μου.
Νερό δε σβήνει τη φωθιά π' άναψες στο κορμί μου, πάνω στα χέρια σου κρατάς θάνατο και ζωή μου.
Τέθοια πληγή που μ' άνοιξες άλλη καμιά δεν είδα, κανένας δεν την είδενε και να μου δώσει ελπίδα.
Με συντροφιά τα βάσανα που μου 'δωκες θα ζήσω, κάτι από σένα 'ναι κι αυτά γι' αυτό θα τα κρατήσω.
Δεν παίρνει πράμα ο άνθρωπος μαζί του όταν φεύγει κι αυτός τον κόσμο όσο ζει να καταπιεί γυρεύει.
Πιο εύκολο μου φαίνεται τη θάλασσα ν’ αδειάσω να την πετάξω στη στεριά παρά να σε ξεχάσω.
Βρίσκω αθάνατο νερό να πιω να μη ποθάνω μ' αφού δε πίνεις ούτε εσύ, ιντα θα ζω να κάνω
Με ‘ένα μπιστόλι παίξε μου, μη λυπηθείς τις σφαίρες, έτσι κι αλλιώς χωρίς εσένα είναι νεκρές οι μέρες
Παίξε μου χίλιες μαχαιριές μα πόνο δε θα νιώσω τόσο πολύ που σ' αγαπώ δε θα το μετανιώσω
Όταν θα νοιώσεις ίντα θα πει αγάπη και πονέσεις όλες τις τρέλες πού ‘καναθα μου τις συγχωρέσεις
